Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια:

acquited στο γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette

Μεταφράσεις για acquited στο λεξικό Αγγλικά»Γαλλικά

I.acquit <μετ ενεστ acquitting; απλ παρελθ, μετ παρακειμ acquitted> [βρετ əˈkwɪt, αμερικ əˈkwɪt] ΡΉΜΑ μεταβ ΝΟΜ

acquire ειρων husband, lover

acquited στο λεξικό PONS

Μεταφράσεις για acquited στο λεξικό Αγγλικά»Γαλλικά

Αμερικανικά Αγγλικά

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina | Srpski