στο Ιταλικό λεξικό Oxford-Paravia
tributario <πλ tributari, tributarie> [tribuˈtarjo, ri, rje] ΕΠΊΘ
1. tributario ΓΕΩΓΡ:
2. tributario ΙΣΤΟΡΊΑ:
3. tributario (relativo ai tributi):
στο λεξικό PONS
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.