Oxford Spanish Dictionary
partidario1 (partidaria) ΕΠΊΘ
1. partidario (a favor):
2. partidario militancia/ideología:
- partidario (partidaria)
-
στο λεξικό PONS
I. partidario (-a) ΕΠΊΘ
-
- partidario(-a) αρσ (θηλ)
-
- partidario(-a) αρσ (θηλ)
-
- partidario(-a) αρσ (θηλ)
-
- partidario(-a) αρσ (θηλ)
-
- partidario(-a) αρσ (θηλ)
-
- partidario(-a) αρσ (θηλ)
I. partidario (-a) [par·ti·ˈda·rjo, -a] ΕΠΊΘ
-
- partidario(-a) αρσ (θηλ)
-
- partidario(-a) αρσ (θηλ)
-
- partidario(-a) αρσ (θηλ)
-
- partidario(-a) αρσ (θηλ)
-
- partidario(-a) αρσ (θηλ)
-
- partidario(-a) αρσ (θηλ)
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.