Oxford Spanish Dictionary
embarazoso (embarazosa) ΕΠΊΘ
- embarazoso (embarazosa)
-
- embarazoso (embarazosa)
-
στο λεξικό PONS
embarazoso (-a) ΕΠΊΘ
- embarazoso (-a)
-
embarazoso (-a) [em·ba·ra·ˈso·so, -a; -ˈθo·so, -a] ΕΠΊΘ
- embarazoso (-a)
-
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.