I. deutsch [dɔɪtʃ] ΕΠΊΘ
Deutsch <-[s]; χωρίς πλ> ΟΥΣ ουδ kein άρθ
1. Deutsch (Sprache):
2. Deutsch (Unterrichtsfach):
deutsch-französisch ΕΠΊΘ
deutsch-italienisch ΕΠΊΘ
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.