I. pä·da·go·gisch [pɛdaˈgo:gɪʃ] ΕΠΊΘ
II. pä·da·go·gisch [pɛdaˈgo:gɪʃ] ΕΠΊΡΡ
Hoch·schu·le [ˈho:xʃu:lə] ΟΥΣ θηλ
1. Hochschule (Universität):
2. Hochschule (Fachhochschule):
-
- pädagogisch
-
- pädagogisch
- pedagogically speaking, ...
- pädagogisch gesehen ...
-
- pädagogisch
-
- pädagogisch wertvolles Spielzeug
-
- pädagogisch
-
- pädagogisch
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.