στο λεξικό PONS
I. ma·xi·mal [maksiˈma:l] ΕΠΊΘ
II. ma·xi·mal [maksiˈma:l] ΕΠΊΡΡ
Ren·ta·bi·li·tät <-> [rɛntabiliˈtɛ:t] ΟΥΣ θηλ kein πλ
-
- profitability no πλ
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
maximale Rentabilität phrase ΕΠΈΝΔ-ΧΡΗΜ
Rentabilität ΟΥΣ θηλ ΕΠΈΝΔ-ΧΡΗΜ
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Δεν υπάρχουν παραδειγματικές προτάσεις.
Δοκιμάστε ένα άλλο λήμμα.