στο λεξικό PONS
ab·setz·bar ΕΠΊΘ
- steuerlich absetzbar
-
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
absetzbar ΕΠΊΘ ΑΓΟΡ-ΣΥΝΑΓ
- absetzbar (Produkt: verkäuflich)
-
-
- absetzbar
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.