In·for·mant(in) <-en, -en> [ɪnfɔrˈmant] ΟΥΣ αρσ(θηλ)
- Informant(in)
- informant
-
- Informant(in) αρσ (θηλ) <-en, -en>
-
- Informant(in) αρσ (θηλ) <-en, -en>
-
- Informant(in) αρσ (θηλ) <-en, -en>
-
- Informant(in) αρσ (θηλ) <-en, -en>
- informant
- Informant(in) αρσ (θηλ) <-en, -en>
-
- ein zuverlässiger Informant
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.