Γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette
hiérarchique [ˈjeʀaʀʃik] ΕΠΊΘ
hiérarchique organisation, système:
- mes supérieurs hiérarchiques
-
- voie hiérarchique ΓΡΑΦΕΙΟΚΡ
-
στο λεξικό PONS
hiérarchique [´jeʀaʀʃik] ΕΠΊΘ
hiérarchique ['jeʀaʀʃik] ΕΠΊΘ
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.