Γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette
ambiant (ambiante) [ɑ̃bjɑ̃, ɑ̃t] ΕΠΊΘ
1. ambiant air, chaleur, humidité:
- ambiant (ambiante)
-
- à température ambiante
-
2. ambiant:
στο λεξικό PONS
ambiant(e) [ɑ͂bjɑ͂, jɑ͂t] ΕΠΊΘ
- température ambiante
-
Λεξιλόγιο τεχνολογίας ψύξης της GEA
température ambiante
- température ambiante
-
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.