στο Ιταλικό λεξικό Oxford-Paravia
I. integral ΕΠΊΘ [βρετ ˈɪntɪɡr(ə)l, ɪnˈtɛɡr(ə)l, αμερικ ˈɪn(t)əɡrəl, ɪnˈtɛɡrəl]
1. integral (intrinsic):
2. integral ΤΕΧΝΟΛ (built-in):
- integral power supply, lighting, component
-
3. integral ΜΑΘ:
- integral number
-
II. integral ΟΥΣ [βρετ ˈɪntɪɡr(ə)l, αμερικ ˈɪn(t)əɡrəl] ΜΑΘ
- integral
- integrale αρσ
στο λεξικό PONS
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.