Oxford Spanish Dictionary
grid [αμερικ ɡrɪd, βρετ ɡrɪd] ΟΥΣ
2.1. grid (on map) ΓΕΩΓΡ:
-
- cuadriculado αρσ
2.2. grid (pattern):
-
- cuadrícula θηλ
3. grid (network) ΗΛΕΚ:
5.2. grid ΑΘΛ → gridiron
cattle [αμερικ ˈkædl, βρετ ˈkat(ə)l] ΟΥΣ ουσ πλ
στο λεξικό PONS
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.