στο λεξικό PONS
fric·tion·al [ˈfrɪkʃənəl] ΕΠΊΘ
- frictional
-
- frictional electricity
-
-
- frictional resistance
-
- frictional loss
-
- frictional force
-
- frictional electricity no πλ
-
- frictional unemployment
-
- frictional surface
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
frictional unemployment ΟΥΣ ΑΓΟΡ-ΣΥΝΑΓ
Ορολογία γεωγραφίας της Ernst Klett Sprachen
frictional drag ΟΥΣ
- frictional drag
-
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.
Παραδείγματα από το λεξικό PONS (ελεγμένα από τη συντακτική ομάδα)
- frictional electricity