στο λεξικό PONS
 
  
 GNP [ˌʤi:enˈpi] ΟΥΣ no pl
GNP συντομογραφία: gross national product
-  GNP
-  
gross national product ΟΥΣ ΚΡΆΤΟς
gross na·tion·al ˈprod·uct ΟΥΣ, GNP ΟΥΣ
gross na·tion·al ˈprod·uct ΟΥΣ, GNP ΟΥΣ
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
GNP ΟΥΣ ΚΡΆΤΟς
Ορολογία γεωγραφίας της Ernst Klett Sprachen
GNP – gross national product ΟΥΣ
Ορολογία βιολογίας της Ernst Klett Sprachen
GNP (Gross National Product) ΟΥΣ
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
 
  
 