Γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette
irritable [βρετ ˈɪrɪtəb(ə)l, αμερικ ˈɪrədəb(ə)l] ΕΠΊΘ
- irritable
- irritable
irritable bowel syndrome ΟΥΣ
- a friendly/irritable disposition
-
στο λεξικό PONS
irritable [ˈɪrɪtəbl, αμερικ -t̬ə-] ΕΠΊΘ μειωτ
- irritable
- irritable
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Δεν υπάρχουν παραδειγματικές προτάσεις.
Δοκιμάστε ένα άλλο λήμμα.