Ελληνικά » Γερμανικά

φανταρία [fandaˈria] SUBST θηλ

1. φανταρία (σώμα του πεζικού):

Infanterie θηλ

2. φανταρία (ομάδα στρατιωτών):

μανταρινιά [mandariˈɲa] SUBST θηλ

φαντασία [fandaˈsia] SUBST θηλ

2. φαντασία (ικανότητα αναπαράστασης):

μανταρίνι [mandaˈrini] SUBST ουδ

φαντάρος [fanˈdarɔs] SUBST αρσ

1. φαντάρος (στρατιώτης: γενικά):

Soldat αρσ

2. φαντάρος (του πεζικού):

Infanterist αρσ

φάντασμα [ˈfandazma] SUBST ουδ

φαντασμός [fandazˈmɔs] SUBST αρσ

λαμαρίνα [lamaˈrina] SUBST θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский