Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „φαντάρος“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

φαντάρος [fanˈdarɔs] SUBST αρσ

1. φαντάρος (στρατιώτης: γενικά):

φαντάρος
Soldat αρσ

2. φαντάρος (του πεζικού):

φαντάρος
Infanterist αρσ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский