Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „συσχέτιση“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

συσχέτισ|η <-εις> [siˈsçɛtisi] SUBST θηλ

1. συσχέτιση (γενικά):

συσχέτιση
υπάρχει συσχέτιση μεταξύ του Χ και του Υ

2. συσχέτιση ΜΑΘ:

συσχέτιση
Korrelation θηλ
γραμμική συσχέτιση
μη γραμμική συσχέτιση

Παραδειγματικές φράσεις με συσχέτιση

γραμμική συσχέτιση
μη γραμμική συσχέτιση

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский