Ελληνικά » Γερμανικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: ξεμυαλιστής , μπαλέστρα , ξαπλώστρα , χαλάστρα , κόμιστρα , ασφάλιστρα και ξεμυαλίζω

ξεμυαλιστής (ξεμυαλίστρα) [ksɛmɲalisˈtis, ksɛmɲaˈlistra] SUBST αρσ/θηλ (θηλ)

ξεμυαλιστής (ξεμυαλίστρα)
Verführer(in) αρσ (θηλ)

μπαλέστρα [baˈlɛstra] SUBST θηλ ΝΑΥΣ

ξεμυαλί|ζω <-σα, -στηκα, -σμένος> [ksɛmɲaˈlizɔ] VERB μεταβ

1. ξεμυαλίζω (ξελογιάζω):

2. ξεμυαλίζω (αποπλανώ):

χαλάστρα [xaˈlastra] SUBST θηλ

ξαπλώστρα [ksaˈplɔstra] SUBST θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский