Γερμανικά » Ελληνικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: Spion , spotten , spontan , sponsern και Sporen

Spion <-s, -e> [ʃpiˈoːn] SUBST αρσ

1. Spion (Agent):

2. Spion (Türspion):

spontan [ʃpɔnˈtaːn] ΕΠΊΘ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский