Γερμανικά » Γαλλικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: servil , senil , ruhig και Seil

senil [zeˈniːl] ΕΠΊΘ

servil [zɛrˈviːl] ΕΠΊΘ μειωτ τυπικ

Seil <-[e]s, -e> [zaɪl] ΟΥΣ ουδ

corde θηλ
câble αρσ

II . ruhig ΕΠΊΡΡ

2. ruhig οικ (durchaus):

3. ruhig (gleichmäßig):

4. ruhig (in aller Ruhe):

5. ruhig (beruhigt):

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina