Γερμανικά » Γαλλικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: langweilig , stinklangweilig , kurzweilig , gelangweilt , langweilen και sterbenslangweilig

I . langweilig [-vaɪlɪç] ΕΠΊΘ

II . langweilig [-vaɪlɪç] ΕΠΊΡΡ

stinklangweilig ΕΠΊΘ αργκ

barbant(e) οικ
chiant(e) πολύ οικ!

I . langweilen [ˈlaŋvaɪlən] ΡΉΜΑ μεταβ

II . langweilen [ˈlaŋvaɪlən] ΡΉΜΑ αμετάβ

Βλέπε και: gelangweilt

II . gelangweilt [gəlaŋvaɪlt] ΕΠΊΡΡ

II . gelangweilt [gəlaŋvaɪlt] ΕΠΊΡΡ

kurzweilig ΕΠΊΘ

sterbenslangweilig ΕΠΊΘ οικ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζήτηση στο λεξικό

Γερμανικά

Αναζητήστε "kotzlangweilig" σε άλλες γλώσσες


Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina