Γερμανικά » Γαλλικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: betrübt , betucht , betagt και betont

II . betont ΕΠΊΡΡ

betagt [bəˈtaːkt] ΕΠΊΘ τυπικ

âgé(e) τυπικ

betucht [bəˈtuːxt] ΕΠΊΘ οικ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina