Γερμανικά » Γαλλικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: anhängig , abhängig και abgängig

abhängig ΕΠΊΘ

2. abhängig (angewiesen):

3. abhängig ευφημ (süchtig):

anhängig ΕΠΊΘ ΝΟΜ

abgängig ΕΠΊΘ A τυπικ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina