Γερμανικά » Αγγλικά

haf·ten|blei·benπαλαιότ1 ΡΉΜΑ αμετάβ ανώμ +sein

haftenbleiben → haften

Βλέπε και: haften , haften , haften , haften

haften (Reifen)

Ειδικό λεξιλόγιο
haften ΠΑΡΑΚΟΛ ΤΗς ΚΥΚΛΟΦ, ΟΔ ΑΣΦ

haften ΡΉΜΑ αμετάβ ΑΣΦΆΛ

Ειδικό λεξιλόγιο

haf·ten|blei·ben2 ΡΉΜΑ αμετάβ ανώμ +sein

haftenbleiben → haften

Βλέπε και: haften , haften , haften , haften

haften (Reifen)

Ειδικό λεξιλόγιο
haften ΠΑΡΑΚΟΛ ΤΗς ΚΥΚΛΟΦ, ΟΔ ΑΣΦ

haften ΡΉΜΑ αμετάβ ΑΣΦΆΛ

Ειδικό λεξιλόγιο

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

"haftenbleiben" στα μονόγλωσσα Γερμανικά λεξικά


Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina | Srpski | Türkçe | 中文