Γαλλικά » Γερμανικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: modiste , modificateur , molester , désister , modicité και modifier

modiste [mɔdist] ΟΥΣ αρσ θηλ

Modist(in) αρσ (θηλ)
Putzmacher(in) αρσ (θηλ) απαρχ

modificateur (-trice) [mɔdifikatœʀ, -tʀis] ΕΠΊΘ

I . modifier [mɔdifje] ΡΉΜΑ μεταβ

2. modifier ΓΡΑΜΜ:

3. modifier Η/Υ:

II . modifier [mɔdifje] ΡΉΜΑ αυτοπ ρήμα

modicité [mɔdisite] ΟΥΣ θηλ

désister [deziste] ΡΉΜΑ αυτοπ ρήμα se désister

2. désister ΝΟΜ:

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina