Γαλλικά » Γερμανικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: haler , camer , ramer , damer , hameçon και hameau

hameau <x> [ˊamo] ΟΥΣ αρσ

Weiler αρσ

hameçon [amsɔ͂] ΟΥΣ αρσ

ιδιωτισμοί:

anbeißen οικ

II . hameçon [amsɔ͂]

hameçon à œillet ΑΛΙΕΊΑ
Öhrhaken αρσ
hameçon à palette ΑΛΙΕΊΑ
hameçon à tête en plomb ΑΛΙΕΊΑ
Bleikopfhaken αρσ

damer [dame] ΡΉΜΑ μεταβ

2. damer ΠΑΙΧΝΊΔΙΑ:

ιδιωτισμοί:

ramer2 [ʀame] ΡΉΜΑ μεταβ ΚΗΠ

camer [kame] ΡΉΜΑ αυτοπ ρήμα οικ

fixen οικ

haler [ˊale] ΡΉΜΑ μεταβ

1. haler ΝΑΥΣ:

2. haler (remorquer):

3. haler καναδ (tirer):

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina