Γαλλικά » Γερμανικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: empiriste , empirisme , emprise και empirique

empirisme [ɑ͂piʀism] ΟΥΣ αρσ a. ΦΙΛΟΣ

empiriste [ɑ͂piʀist] ΟΥΣ αρσ θηλ

Empiriker(in) αρσ (θηλ) τυπικ

emprise [ɑ͂pʀiz] ΟΥΣ θηλ

2. emprise ΝΟΜ:

Durchgriff αρσ

3. emprise ΜΕΤΑΦΟΡΈς:

Grundfläche θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina