Γαλλικά » Γερμανικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: lestage , lesbien , lester και leste

leste [lɛst] ΕΠΊΘ

2. leste (grivois):

I . lester [lɛste] ΡΉΜΑ μεταβ

2. lester οικ (remplir):

sich δοτ die Taschen vollstopfen οικ

II . lester [lɛste] ΡΉΜΑ αυτοπ ρήμα οικ

lesbien(ne) [lɛzbjɛ͂, jɛn] ΕΠΊΘ

lestage [lɛstaʒ] ΟΥΣ αρσ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina