souffrant στο γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette

Μεταφράσεις για souffrant στο λεξικό Γαλλικά»Αγγλικά (Μετάβαση προς Αγγλικά»Γαλλικά)

souffrant (souffrante) [sufʀɑ̃, ɑ̃t] ΕΠΊΘ

1. souffrir (physiquement):

2. souffrir (moralement):

Μεταφράσεις για souffrant στο λεξικό Αγγλικά»Γαλλικά (Μετάβαση προς Γαλλικά»Αγγλικά)

Κι άλλες μεταφράσεις και εκφράσεις με τη λέξη που αναζητήσατε.
souffrant
indisposed χιουμ
souffrant
patient/-e αρσ/θηλ souffrant d'une maladie cardiaque
souffrant
vous êtes souffrant?
souffrant
être souffrant

souffrant στο λεξικό PONS

Μεταφράσεις για souffrant στο λεξικό Γαλλικά»Αγγλικά (Μετάβαση προς Αγγλικά»Γαλλικά)

souffrant(e) [sufʀɑ̃, ɑ̃t] ΕΠΊΘ (indisposé)

Κι άλλες μεταφράσεις και εκφράσεις με τη λέξη που αναζητήσατε.

Μεταφράσεις για souffrant στο λεξικό Αγγλικά»Γαλλικά (Μετάβαση προς Γαλλικά»Αγγλικά)

Κι άλλες μεταφράσεις και εκφράσεις με τη λέξη που αναζητήσατε.
souffrant(e)
souffrant(e)
souffrant(e)
to get chesty βρετ

souffrant Παραδείγματα από το λεξικό PONS (ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

être souffrant
Αμερικανικά Αγγλικά

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζητήστε "souffrant" σε άλλες γλώσσες


Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina | Srpski