Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια:

peron στο Ιταλικό λεξικό Oxford-Paravia

Μεταφράσεις για peron στο λεξικό Αγγλικά»Ιταλικά

1. person (human being):

person pl. people, persons τυπικ
persona θηλ
person pl. people, persons τυπικ
individuo αρσ

business person <πλ business people> [βρετ ˈbɪznɪs pəːs(ə)n, αμερικ ˈbɪznəs ˈpərs(ə)n] ΟΥΣ

peron στο λεξικό PONS

Μεταφράσεις για peron στο λεξικό Αγγλικά»Ιταλικά

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina | Srpski