Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια:

betreten στο Oxford Spanish Dictionary

Μεταφράσεις για betreten στο λεξικό Αγγλικά»Ισπανικά

1. between (in time and space):

1.1. pretend (feign):

Βλέπε και: pretense

1. pretense C or U (simulation, display):

1. pretense C or U (simulation, display):

betreten στο λεξικό PONS

Μεταφράσεις για betreten στο λεξικό Αγγλικά»Ισπανικά

pretense → pretence

Βλέπε και: pretence

Αμερικανικά Αγγλικά

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina | Srpski | 中文