volli στο Ιταλικό λεξικό Oxford-Paravia

Μεταφράσεις για volli στο λεξικό Ιταλικά»Αγγλικά (Μετάβαση προς Αγγλικά»Ιταλικά)

I.volere1 [voˈlere] ΡΉΜΑ βοηθ ρήμα έγκλ

1. volere:

1. volere (essere risoluto a ottenere):

13. volere (essere necessario):

14. volere (gradire):

to bear a grudge against sb βρετ
to hold a grudge against sb αμερικ
non ci vuole molto a capirlo μειωτ
volere è potere παροιμ

Μεταφράσεις για volli στο λεξικό Αγγλικά»Ιταλικά (Μετάβαση προς Ιταλικά»Αγγλικά)

Κι άλλες μεταφράσεις και εκφράσεις με τη λέξη που αναζητήσατε.
want in οικ
want out οικ
where there's a will there's a way παροιμ

volli στο λεξικό PONS

Μεταφράσεις για volli στο λεξικό Ιταλικά»Αγγλικά (Μετάβαση προς Αγγλικά»Ιταλικά)

volli 1. πρόσ sing pass rem di volere

Βλέπε και: volere1, volere2

I.volere1 <voglio, volli, voluto> [vo·ˈle:·re] ΡΉΜΑ μεταβ

II.volere1 <voglio, volli, voluto> [vo·ˈle:·re] ΡΉΜΑ αυτοπ ρήμα volersi

I.volere1 <voglio, volli, voluto> [vo·ˈle:·re] ΡΉΜΑ μεταβ

II.volere1 <voglio, volli, voluto> [vo·ˈle:·re] ΡΉΜΑ αυτοπ ρήμα volersi

benvolere1, ben volere [ben·vo·ˈle:·re] <benvoluto> ΡΉΜΑ μεταβ

Κι άλλες μεταφράσεις και εκφράσεις με τη λέξη που αναζητήσατε.

Μεταφράσεις για volli στο λεξικό Αγγλικά»Ιταλικά (Μετάβαση προς Ιταλικά»Αγγλικά)

volli Παραδείγματα από το λεξικό PONS (ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζητήστε "volli" σε άλλες γλώσσες


Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina | Srpski