I. una tantum ΕΠΊΘ inv
II. una tantum ΕΠΊΡΡ
III. una tantum <senza pl> ΟΥΣ θηλ
1. una tantum:
2. una tantum (tassa):
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.