στο Ιταλικό λεξικό Oxford-Paravia
opaco <πλ opachi, opache> [oˈpako, ki, ke] ΕΠΊΘ
2. opaco (che non riflette luce):
4. opaco (insignificante) μτφ:
στο λεξικό PONS
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.