στο Ιταλικό λεξικό Oxford-Paravia
I. aeroportuale [aeroportuˈale] ΕΠΊΘ
aeroportuale attrezzature, traffico, capacità:
-
- airport attrib.
II. aeroportuale [aeroportuˈale] ΟΥΣ αρσ θηλ
στο λεξικό PONS
I. aeroportuale [a·e·ro·por·tu·ˈa:·le] ΟΥΣ αρσ θηλ
II. aeroportuale [a·e·ro·por·tu·ˈa:·le] ΕΠΊΘ
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.