στο Ιταλικό λεξικό Oxford-Paravia
I. campagnolo [kampaɲˈɲɔlo] ΕΠΊΘ
1. campagnolo:
2. campagnolo ΖΩΟΛ:
II. campagnolo [kampaɲˈɲɔlo] ΟΥΣ αρσ
1. campagnolo:
2. campagnolo μειωτ:
στο λεξικό PONS
I. campagnolo (-a) [kam·ˈpaɲ·ˈɲɔ:·lo] ΕΠΊΘ (origini, usanza, specialità)
- campagnolo (-a)
-
II. campagnolo (-a) [kam·ˈpaɲ·ˈɲɔ:·lo] ΟΥΣ αρσ (θηλ)
- campagnolo (-a)
-
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.