Oxford Spanish Dictionary
conductor1 (conductora) ΕΠΊΘ
- conductor (conductora)
-
I. conductor2 (conductora) ΟΥΣ αρσ (θηλ)
-
- conductor
-
- conductor αρσ
στο λεξικό PONS
I. conductor(a) ΕΠΊΘ
- conductor(a)
-
conductor ΟΥΣ αρσ ΦΥΣ
- conductor
- conductor
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.