I. zärt·lich [ˈtsɛ:ɐ̯tlɪç] ΕΠΊΘ
II. zärt·lich [ˈtsɛ:ɐ̯tlɪç] ΕΠΊΡΡ
- zärtlich
-
- zärtlich
-
-
- zärtlich
-
- zärtlich
-
- zärtlich
-
- zärtlich
-
- zärtlich
-
- zärtlich
-
- zärtlich
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.