I. syn·chron [zʏnˈkro:n] ΕΠΊΘ
1. synchron τυπικ (gleichzeitig):
- synchron
-
- synchron
-
2. synchron ΓΛΩΣΣ:
- synchron
-
II. syn·chron [zʏnˈkro:n] ΕΠΊΡΡ
1. synchron τυπικ:
- synchron
-
- synchron
-
2. synchron ΓΛΩΣΣ:
- synchron
-
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.