I. re·dak·ti·o·nell [redaktsi̯oˈnɛl] ΕΠΊΘ
II. re·dak·ti·o·nell [redaktsi̯oˈnɛl] ΕΠΊΡΡ
- etw redaktionell bearbeiten [o. überarbeiten]
-
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.