

hys·te·risch [hʏsˈte:rɪʃ] ΕΠΊΘ
1. hysterisch ΙΑΤΡ:
- hysterisch
-
2. hysterisch (nervös):
- hysterisch
-
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.