στο λεξικό PONS
 
  
 hy·po·the·tisch [hypoˈte:tɪʃ] ΕΠΊΘ
-  hypothetisch
-  
hypothetisch ΕΠΊΡΡ
-  hypothetisch
-  
-  rein hypothetisch gesprochen
-  
 
  
 -  
-  hypothetisch
-  
-  [rein] hypothetisch
-  speculatively ΦΙΛΟΣ
-  hypothetisch τυπικ
-  
-  hypothetisch
-  speculative ΦΙΛΟΣ
-  hypothetisch τυπικ
-  
-  hypothetisch
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
 
  
 hypothetisch ΕΠΊΘ CTRL
-  hypothetisch
-  
 
  
 -  
-  hypothetisch
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Παραδείγματα από το λεξικό PONS (ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)
- rein hypothetisch gesprochen
