στο λεξικό PONS
ge·winn·brin·gend, Ge·winn brin·gend ΕΠΊΘ
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
gewinnbringend, Gewinn bringend ΕΠΊΘ ΛΟΓΙΣΤ
gewinnbringend, Gewinn bringend ΕΠΊΡΡ ΛΟΓΙΣΤ
- gewinnbringend
-
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.