στο λεξικό PONS
Rech·nungs·hof <-(e)s, -höfe> ΟΥΣ αρσ
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
Europäischer Rechnungshof ΟΥΣ αρσ ΥΠΕΡΚΡΑΤ ΟΡΓ
- Europäischer Rechnungshof
-
-
- Europäischer Rechnungshof αρσ
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Παραδείγματα από το λεξικό PONS (ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)
- Rechnungshof der Europäischen Gemeinschaft