Pflan·zen·schäd·ling <-s, -e> ΟΥΣ αρσ
Schäd·lings·be·kämp·fung <-, ohne pl> ΟΥΣ θηλ
Forst·schäd·ling <-(e)s, -e> ΟΥΣ αρσ
un·schäd·lich [ˈʊnʃɛ:tlɪç] ΕΠΊΘ
Pflan·zen·schutz·mit·tel <-s, -> ΟΥΣ ουδ
Pflan·zen·schutz <-es, ohne pl> ΟΥΣ αρσ ΓΕΩΡΓ, ΧΗΜ
Pflan·zen·schau·haus <-es, -häuser> ΟΥΣ ουδ
umweltschädlich ΕΠΊΘ
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.