στο λεξικό PONS
Ome·lett <-[e]s, -e [o. -s]> ΟΥΣ ουδ, Ome·lette <-, -n> [ɔm(ə)ˈlɛt, πλ ɔm(ə)ˈlɛtn̩] ΟΥΣ θηλ νοτιογερμ, A, CH
- Omelett
-
-
- Omelett ουδ <-(e)s, -e>
Ορολογία μαγειρικής της Lingenio
Omelett mit Spargelspitzen ΟΥΣ ουδ ΜΑΓΕΙΡ
- Omelett mit Spargelspitzen
-
Omelett mit Kartoffeln ΟΥΣ ουδ ΜΑΓΕΙΡ
- Omelett mit Kartoffeln
-
Omelett mit Krebsfleisch ΟΥΣ ουδ ΜΑΓΕΙΡ
- Omelett mit Krebsfleisch
-
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Δεν υπάρχουν παραδειγματικές προτάσεις.
Δοκιμάστε ένα άλλο λήμμα.