στο λεξικό PONS
Kos·ten·vor·an·schlag <-(e)s, -schläge> ΟΥΣ αρσ
-
- Kostenvoranschlag αρσ <-(e)s, -schläge>
- estimate ΟΙΚΟΝ
- Kostenvoranschlag αρσ <-(e)s, -schläge>
-
- Kostenvoranschlag αρσ <-(e)s, -schläge>
-
- Kostenvoranschlag αρσ <-(e)s, -schläge>
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
Ειδικό λεξιλόγιο PONS «Συγκοινωνίες»
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.