στο λεξικό PONS
-
- Geltungsbereich αρσ
- purview of a law
- Geltungsbereich αρσ <-(e)s, -e>
-
- Geltungsbereich αρσ <-(e)s, -e>
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
Geltungsbereich ΟΥΣ αρσ ΟΙΚΟΝ ΔΊΚ
-
- Geltungsbereich αρσ
-
- Geltungsbereich αρσ
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.